“Δεν θέλω να πάω διακοπές… με τον άντρα μου”

diak

Μια εβδομάδα πριν τις διακοπές και θα ήθελα να υπήρχε ένας μαγικός τρόπος να τις ακυρώσω.

Και επειδή αυτό ακούγεται σαν βλασφημία στις μέρες που ζούμε, πριν με λιθοβολήσετε, θα ήθελα να με ακούσετε.

“Πάταξον μεν άκουσον δε”.

Το σκέφτηκα πολύ να σας ανοίξω την καρδιά μου προφυλαγμένη από την ανωνυμία μου, γιατί σε όποιον και να μιλούσα για τα συναισθήματά μου, το λιγότερο θα με θεωρούσε αχάριστη.

Κλείσαμε φέτος επτά χρόνια γάμου, με δύο παιδιά τριών και έξι ετών. Ο σύζυγος με καλή θέση και καλό μισθό στο δημόσιο. Όσο και να έγιναν περικοπές τον τρόπο μας τον έχουμε.

Εγώ μητέρα και νοικοκυρά πλήρους απασχόλησης .

Η επιλογή ήταν από κοινού να σταματήσω την δουλειά για να μεγαλώσω τα παιδιά μας. Θα προσπαθήσω να σας περιγράψω τις διακοπές μου όσο μπορώ πιο ρεαλιστικά.

Για έξι καλοκαίρια (το πρώτο ήταν μήνας του μέλιτος), ο άντρας μου κι εγώ πηγαίνουμε στο ίδιο νησί. Στην ίδια περιοχή, στο ίδιο ενοικιαζόμενο δωμάτιο, την ίδια ακριβώς ημερομηνία, για δεκαπέντε μέρες.

Ούτε λόγος για οποιαδήποτε αλλαγή μιας και βολευτήκαμε εκεί.

Το ενοικιαζόμενο έχει και κουζίνα φυσικά γιατί πρέπει να μαγειρεύουμε και να τρώμε μέσα λόγω παιδιών κι λόγω οικονομίας.

Τα πάντα προγραμματισμένα, από το τι θα φάμε μέχρι τι ώρα θα το φάμε για όλο το δεκαπενταήμερο, χωρίς να παρεκκλίνουμε καθόλου.

Και εδώ θέλω να σας περιγράψω μια τυπική ημέρα των διακοπών, η οποία επαναλαμβάνεται επί δεκαπέντε. Πρωινό ξύπνημα για μένα πριν ξυπνήσουν τα παιδιά να προλάβω να βάλω το φαγητό να ολοκληρωθεί μέχρι να φύγουμε.

Πρωινό για όλους και αγώνας να στριμώξω τα μωρά να φορέσουν τα μαγιό τους και να είμαστε έτοιμοι για την παραλία.

Ευτυχώς δεν είναι μακριά, γύρω στα 200 μέτρα.   Ξεκινάμε και θέλω να σας δώσω εικόνα.

Μπροστά ο σύζυγος με το μικρό στην αγκαλιά και ένα τσαντάκι με το tablet, το κινητό του, μια εφημερίδα, ένα σταυρόλεξο και μια πετσέτα.

Πίσω εγώ, φορτωμένη με πετσέτες, αλλαξιές, κουβαδάκια, τσουγκράνες, νεροπίστολα, φουσκωτό, μπρατσάκια, ταπεράκια με φρούτα και δεν ξέρω τι άλλο και την εξάχρονη κόρη μου να μου κρατάει τη φούστα, γιατί δεν έχω άλλο χέρι.

Ο άντρας μου χαλαρός στην ξαπλώστρα γενικά θέλει την ησυχία του, να μην τον πολυενοχλούν, να ξεκουραστεί, γιατί τον περιμένει ένας δύσκολος χειμώνας. Όπως λέει, εξάλλου είναι και ο μοναδικός στην οικογένεια που εργάζεται (εγώ φυσικά δεν φέρνω χρήματα στο σπίτι).

Οπότε εγω πρέπει να ασχοληθώ με τα παιδιά. Να μάθω μπάνιο το ένα παιδί, να κολυμπήσω με το δεύτερο, να τα παίξω, να τα ταΐσω, να τα ντύσω.

Να κολυμπήσω με την πραγματική έννοια και όχι να προσέχω τα μικρά στη θάλασσα δεν θυμάμαι να το έχω κάνει τα τελευταία χρόνια.

Μετά απο ένα δίωρο το πολύ γυρνάμε στο ενοικιαζόμενο.Θα πλυθούμε θα φάμε θα ξαπλώσουν καμιά ώρα ώσπου να μαζέψω τα πιάτα, να ξεπλύνω τα μαγιό τους και γύρω στις πέντε ξανά στη θάλασσα για ένα δεύτερο γύρο.

Το δεύτερο μπάνιο ,σύμφωνα με τον άνδρα μου είναι απαραίτητο.

Οπότε έχουμε μια ακριβή επανάληψη των πρωινών.

Το βραδάκι μια σύντομη βόλτα στο χωριό για ψώνια και κανένα παγωτό. Επιστροφή στο σπίτι να τα κοιμίσω .Σχεδόν πάντα με παίρνει ο ύπνος πριν κοιμηθούν τα μικρά κατάκοπη και εξαντλημένη.

Για ιδιωτικές προσωπικές στιγμές ούτε λόγος. Άλλωστε είναι και τεχνικά αδύνατο με δυο παιδιά στο δωμάτιο.

Έτσι κυλούν πάνω κάτω και οι δέκα πέντε μέρες τηρώντας τον προγραμματισμό μας με θρησκευτική ευλάβεια,χωρίς να παρεκκλίνουμε καθόλου.   Δεν λέω η οικογένειά έχει όμορφες στιγμές, ο άντρας μου καλός είναι μας αγαπάει και δεν μας λείπει τίποτα.

Όμως εγώ γιατί ασφυκτιώ τόσο και αισθάνομαι σαν να μου έχουν στερήσει τον αέρα και νοιώθω ότι πνίγομαι. ……πνίγομαι. ….πνίγομαι.

Διαβάστε μία ακόμη “θερμή” ιστορία ενός αναγνώστη και θα χαμογελάσετε από το χαρούμενο τέλος της! Μπράβο στα παιδιά!

Μια ιστορία για τον Αύγουστο…

Comments

comments