6:00 π.μ., μόλις έχω βγει από το μπάνιο, η μητέρα μου όπως πάντα στις επάλξεις του πρωινού ξυπνήματος μου, με τη καθημερινή και ταυτόχρονα μοιραία μας συνάντηση στο διάδρομο και με την ίδια πάντα ερώτηση και απάντηση :
-Θα μπεις στο μπάνιο;
-Όχι μαζί σου έρχομαι στο δωμάτιο που ντύνεσαι..
Δε νομίζω ότι θα πήγαινες και κάπου αλλού, σκέφτηκα..
Χωρίς να πω δεύτερη κουβέντα ανοίγω τη ντουλάπα και αρχίζω να διαλέγω ρούχα για τη δουλειά , το κεφάλι μου γεμάτο από σκέψεις , το πρόγραμμα της ημέρας, τα τηλεφωνήματα που δεν πρέπει να ξεχάσω , πως θα…
Και πριν προλάβω να ολοκληρώσω όσα ήθελα να πω στον εαυτό μου και να τον προετοιμάσω για τη δύσκολη μέρα που θα ακολουθούσε.. και με το πουκάμισο μου στο ένα χέρι..από πίσω ακούω τη φωνή της μάνας:
«Διάβασες την αλληλογραφία σου, την άφησα στο γραφείο σου, εχθές!!»
« Ναι», δεν νομίζω ότι πρόλαβα να ολοκληρώσω τη μικρή αυτή λεξούλα και συνεχίζει.. « έχεις μια πρόσκληση, πάλι σε καλούν σε γάμο, βάφτιση..;;»
«Σεμινάριο διαλογισμού» απαντάω… ανάσα…
«Ποιος το κάνει; Εκείνη η φίλη σου η Ελένη, αυτή και παντρεμένη είναι και με παιδιά… εσύ τι δουλειά έχεις να χάσεις τη μέρα σου και να πας εκεί… έλεος πια όπου σε καλούν πας!»
“Ωχ!” σκέφτομαι… αυτό ήταν!!!
Πρέπει σε μια ώρα να έχω φύγει, όχι δεν θα απαντήσω, ο καυγάς και η υστερία θα αρχίσουν και θα κατακλείσουν τα πάντα…και σίγουρα δεν θα προλάβω να είμαι στην ώρα μου…
Έλεος μάνα, όχι σήμερα..τίποτα όμως από όλα αυτά δεν πρόλαβα να ξεστομίσω…
«Δεν απαντάς ;; Σε ξέρω, 40 χρονών και μυαλό δεν έβαλες , δεν έμαθες… Δυο φίλες είχες από παιδί και οι δύο παντρεύτηκαν και έκαναν και παιδιά , και εσύ αντί να βρεις κανέναν έγινες κουμπάρα τους … Νύφη πότε θα γίνεις;» « Η συμμαθήτρια σου η Ρένα, και παιδί και δυο άντρες άλλαξε. Εσύ τίποτα..».
Βλέπω το ρολόι πάνω στο έπιπλο δίπλα από το κρεβάτι μου, ο χρόνος τρέχει … όχι βέβαια όσο η γλώσσα της μάνας μου…
Έχω βγάλει από τη ντουλάπα όλα τα ρούχα που θα βάλω και αρχίζω να μαζεύω τα έγραφα που θα χρειαστώ… χωρίς να χάσει λεπτό όμως η μάνα με ρωτάει … «θα πας τελικά στο σεμινάριο;;»
Δεν έχω χρόνο για πολλές κουβέντες και της απαντώ «μάλλον…», αυτό ήταν!!!
Η χαριστική μου βολή…
«Τι μάλλον, σίγουρα… Άρα θα πας… εσύ πότε θα βρεις άντρα; Μα καλά εκεί πόση ώρα θα κάτσεις, θα πάνε και άνδρες….; σίγα … τι να τους κάνει η φίλη σου τους άνδρες… αυτή βρήκε…!
Θα πας και θα χάσεις την ώρα σου. 3-4 ώρες δεν θα χάσεις…;; θα γυρίσεις κουρασμένη και τίποτα δεν θα έχεις κάνει άλλη μια μέρα χαμένη…»
Έχω ήδη ντυθεί και βάφομαι … την ακούω να μιλάει και να λέει τα ίδια και τα ίδια, χωρίς να απαντάω και να κάνω γρήγορα – γρήγορα – γρήγορα.
«ομπρέλα να πάρεις θα βρέξει, μέχρι να μαζευτείς το βράδυ θα έχει βρέξει … ομπρέλα να πάρεις!!!»
Ανοίγω τη τσάντα και βάζω και την ομπρέλα …δεν έχω επιλογή δεν πα να έχει και 40 βαθμούς έξω!! εγώ θα τη πάρω…
«μα καλά έτσι θα βγεις έξω ;; όχι άνδρα δεν θα βρεις ούτε καντηλανάφτη… έτσι εγώ σε μεγάλωσα ;; τόσα ρούχα έχεις, τόσα φορέματα … τίποτα δεν σου κάνει πια … πάχυνες … εμ.. σου είπα να βρεις ένα άνδρα …πουθενά δεν μπαίνεις …..» λίγα δεύτερα διακοπή για μια ανάσα και …
«Θα ξεστραβωθείς να βρεις κανέναν;… εγώ εγγόνι δεν θα δω;;;»
Λίγο ακόμα και είμαι έτοιμη… σκέφτομαι … αυτό ήταν… όμως δεν είχα υπολογίσει το σκύλο … ο οποίος με όλη του την αγάπη και αφοσίωση στριφογύριζε στα πόδια μου να τον χαϊδέψω…
«Έλεος πια με το σκύλο που μας έφερες!! εσύ λείπεις όλη μέρα και ο σκύλος δεν σταματά να γαβγίζει… Θα μας διώξουν από την πολυκατοικία!! άνδρα σου είπα να φέρεις όχι σκύλο!!».
«Ναι, αλλά είναι αρσενικός!»
«Αυτά λες … δεν γελάει κανείς !!
Μόνη σου θα μείνεις στο τέλος, δεν λες κάτι;; … Αλλά τι να πεις … να κάνεις πρέπει !! Ο πατέρας σου φταίει «άσε το παιδί και άσε το παιδί …».
Πηγαίνω στο σαλόνι, εκεί μπροστά σ’ έναν μεγάλο καθρέφτη ρίχνω μια τελευταία ματιά … η μάνα στο κατόπι και συνεχίζει…
«Είσαι 40 χρονών, παιδί πότε θα κάνεις;; ο ένας μεγάλος, ο άλλος μικρός, ο άλλος πολύ μελαχρινός … με 2 χέρια και 2 πόδια!! Ο Απόστολος 5 φορές σε ζήτησε σε γάμο και εσύ αλλού κοίταζες, παντρεύτηκε και έκανε και παιδί …»
«Ναι, αλλά χώρισε»
«Ας χώριζες και εσύ!!!»
Τα κλειδιά τα πήρα; σκέφτομαι … ότι έχω σίγουρα αργήσει.. το κινητό; Δεν πρέπει να απαντήσω σ’ αυτή τη παράνοια και δεν πρέπει να αργήσω.
Έχω φορτωθεί τον υπολογιστή, την τσάντα (με δεύτερο ζευγάρι παπούτσια γιατί έως το βράδυ που θα γυρίσω δεν θα μπορώ να περπατήσω με τα τακούνια) και μια ακόμα τσάντα με τους φακέλους μου, είμαι πλέον έτοιμη στην πόρτα … ναι ναι λίγο ακόμα και …την ανοίγω
«Τι να σου κάνω να φας το βράδυ που θα γυρίσεις ;;»
«Κάτι ελαφρύ, κάνω δίαιτα, … σ’ αγαπώ … τα λέμε στο τηλέφωνο..»
Διασχίζω ήδη το διάδρομο, και…
«Μη φας!!! κι εγώ σ’ αγαπώ, να προσέχεις, καλή επιτυχία … και άνοιξε τα μάτια σου να βρεις κανέναν… έλεος πια, όλες παντρεύτηκαν…».
Η πόρτα από το ασανσέρ ανοίγει και … Καλή μου Μέρα!!!
Μήπως ή ζωή σας θυμίζει έστω και λίγο την καθημερινότητα της Αναγνώστριας! Πάρτε μία βαθιά ανάσα και διαβάστε μία ιστορία με… αίσιο τέλος: