Η νικητήρια ευχή του προηγούμενου διαγωνισμού μας μιλούσε για την ενσυναίσθηση. Η αναγνώστρια μας , Ματίνα ευχήθηκε μια χρονιά γεμάτη ενσυναίσθηση και κατανόηση των συναισθημάτων των γύρω μας. Η ευχή συνοδεύοταν και από το παρακάτω βίντεο. Πάμε να δούμε ποιο είναι το συναίσθημα της ενσυναίσθησης και γιατί οι ειδικοί κάνουν λόγο για ένα απο τα σημαντικότερα συναισθήματα που πρέπει να αναπτυχθούν για να χτιστούν υγιείς βάσεις σε οποιαδήποτε σχέση ή συναναστροφή με τους συνανθρώπους μας.
Ενσυναίσθηση είναι η συναισθηματική ταύτιση με ένα άλλο άτομο. Η αναγνώριση και η κατανόηση της θέσης, του συναισθήματος, των σκέψεων ή της κατάστασης κάποιου άλλου. Ένα άτομο που χρησιμοποιεί την ενσυναίσθηση μπορεί να αναγνωρίσει, να αντιληφθεί και να αισθανθεί αυτό που αισθάνεται ένα άλλο άτομο. Με αυτό τον τρόπο μπορεί να βάλει τον εαυτό του στη θέση του άλλου, να κατανοήσει τη συμπεριφορά του και να αναγνωρίσει τα κίνητρά της. Να δει δηλαδή τον κόσμο μέσα από τα μάτια του. Πρόκειται, εν ολίγοις, για ένα εξαιρετικά ισχυρό εργαλείο επικοινωνίας. Για μια ικανότητα που, αν και όλοι διαθέτουμε, την αγνοούμε. Γι’ αυτό και παραμένει αναξιοποίητη.
Πρόσφατες έρευνες στον χώρο της νευροψυχολογίας επιβεβαιώνουν και εξηγούν επιστημονικά αυτό που ανέκαθεν γνωρίζαμε ή μάλλον διαισθανόμασταν εμπειρικά: οι ανθρώπινες σχέσεις -διαπροσωπικές και κοινωνικές- βασίζονται και σε μεγάλο βαθμό διαμορφώνονται από «μη λεκτικούς» και εν μέρει μη συνειδητούς κώδικες επικοινωνίας. Από τις ανεπαίσθητες αλλαγές στον τόνο της φωνής, στη στάση του σώματος, αλλά και από τις χειρονομίες ή από τις εκφράσεις του προσώπου του συνομιλητή μας καταλαβαίνουμε πολύ περισσότερα από όσα ο ίδιος μάς λέει ή, ενδεχομένως, από όσα θα ήθελε να καταλάβουμε.
Για να εξηγήσουν αυτή τη «μαγική» ικανότητα να ταυτιζόμαστε ή να εισδύουμε απρόσκλητοι στις «εσωτερικές» νοητικές καταστάσεις των άλλων προσώπων οι ειδικοί χρησιμοποιούν την έννοια «empathy», όρο που ορθά αποδίδεται ως «ενσυναίσθηση» και όχι βέβαια ως «συμπάθεια» ή ακόμη χειρότερα ως «εμπάθεια». Το γεγονός ότι εμείς οι άνθρωποι, όπως εξάλλου και τα περισσότερα θηλαστικά, είμαστε σε θέση να «συναισθανόμαστε», να «αντιλαμβανόμαστε» βιωματικά τα αισθήματα ενός τρίτου προσώπου αποτελεί κοινότοπη διαπίστωση.
Η μέχρι χθες κοινωνικά υποτιμημένη και παραμελημένη από την επιστήμη βιολογική μας ικανότητα για ενσυναίσθηση έχει μετατραπεί τα τελευταία χρόνια σε αντικείμενο συστηματικής διερεύνησης τόσο των νευροεπιστημών όσο και της εξελικτικής ψυχολογίας. Κοινός στόχος αυτών των ερευνών είναι να αποκαλύψουν τις βιολογικές (εξελικτικές και εγκεφαλικές) προϋποθέσεις και τους νευροψυχολογικούς μηχανισμούς που επιτρέπουν την εμφάνισή της.
Η ενσυναίσθηση φέρνει τους ανθρώπους κοντά, τους βοηθά να καταλάβουν ο ένας τον άλλον. Με αυτό τον τρόπο αναπτύσσεται αμοιβαίος σεβασμός. Όταν κάποιος ακούει με ενσυναίσθηση δεν ακούει απλά το συνομιλητή του. Κάνει κάτι περισσότερο: αντιδρά σε αυτόν με τρόπο με τον οποίο αναπτύσσει αμοιβαία κατανόηση και εμπιστοσύνη. Μπορεί έτσι να αντιληφθεί και να ερμηνεύσει το μήνυμα του συνομιλητή του, δίνοντας συνάμα την πιο κατάλληλη απάντηση. Η απάντηση αυτή μπορεί να αποτελέσει βασικό στοιχείο της επικοινωνίας.
Σε ό,τι αφορά το πεδίο των ψυχολογικών ερευνών, τα τελευταία χρόνια έγινε απολύτως σαφές ότι η ικανότητα να βιώνει κανείς σε πρώτο πρόσωπο, δηλαδή να «ταυτίζεται» με τις νοητικές καταστάσεις, τις υποκειμενικές εμπειρίες ή τα προσωπικά συναισθήματα των άλλων, είναι μια νοητική ικανότητα που εμφανίζεται πολύ νωρίς, ήδη από το δεύτερο ή τρίτο έτος της ζωής ενός παιδιού! Σύμφωνα με τον John Bowlby, διάσημο Βρετανό ψυχαναλυτή, αποφασιστικό ρόλο στην ανάπτυξη της ικανότητας της ενσυναίσθησης παίζει η ψυχολογική «προσκόλληση» του νεογέννητου στους γονείς του ή σε όποιον το φροντίζει καθημερινά.
Πρόκειται, ωστόσο, για μια νοητική ικανότητα που, προφανώς, εξαρτάται από την οργάνωση και την πολυπλοκότητα του εγκεφάλου που την παράγει. Ομως για τα νευρωνικά ριζώματα της ενσυναίσθησης καθώς και για τις βιολογικές-κοινωνικές προϋποθέσεις αυτής της ικανότητας θα πούμε περισσότερα στο επόμενο άρθρο μας σχετικά με τους «κοινωνικούς» νευρώνες-κάτοπτρα.
Σε μια εποχή κοινωνικής βαρβαρότητας όπως η σημερινή, όπου ο τυφλός οικονομικός ανταγωνισμός συνοδεύεται από τον ακραίο και ανερυθρίαστο εγωτισμό, ένας όλο και μεγαλύτερος αριθμός ατόμων οδηγείται σε μια ναρκισσιστική ή, ακριβέστερα, αυτιστική κωφότητα απέναντι στον πόνο και τα δεινά των συνανθρώπων μας. Σήμερα, αυτή η εσωστρεφής και αυτάρεσκη αναζήτηση του «πραγματικού» μας εαυτού αποδεικνύεται ολότελα μάταιη, αφού το αίτημα της «εγωτικής αυτογνωσίας» δεν έχει κανένα απολύτως νόημα εκτός της κοινωνίας και εκτός της Ιστορίας. Αντίθετα, σε συνθήκες βαθιάς οικονομικής και κοινωνικής κρίσης μόνο ενισχύοντας την αλτρουιστική ενσυναίσθηση ίσως καταφέρουμε να διασφαλίσουμε το μέλλον μας ως κοινωνικών πλασμάτων.
Πηγές : enet.gr , Scienceillustrated.gr