Όταν τον πρωτοαντίκρυσα ένοιωσα να με μαγνητίζει τόσο έντονα που δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από πάνω του.
Είχε κάτι το πρωτόγονο,το αυθεντικό το άγριο που με είχε συναρπάσει. Και δεν ήμουν καμιά πρωτόβγαλτη,στα τριάνταεπτά μου ,ανεξάρτητη χειραφετημένη μεγαλοστέλεχος πολυεθνικής την είχα ζήσει την ζωούλα μου.
Στο νησί είχα πάει για διακοπές με γυναικοπαρέα όλες ελεύθερες και έτοιμες για όλα. Θέλαμε να ερωτευτούμε να περάσουμε καλά.
Να επανέλθω στο νεαρό που όσο τον χάζευα τόσο περισσότερο αισθανόμουν αυτή την έλξη.
Ήταν 35άρης,”ο πρώτος τού χωριού” στην κυριολεξία. Είχε μια ταβέρνα -καφετέρια στην πλατεία του χωριού, ενοικιαζόμενα studio κτήματίας και το βράδυ έπαιρνε την βάρκα του και ανοιγόταν στο πέλαγος.
Ψηλός , καλογυμνασμένος με μύες όχι χτισμένους στο γυμναστήριο αλλά με σκληρή δουλειά, ηλιοκαμένος με αυτή την αγριάδα τού νησιώτη που τον καίει η αρμύρα της θάλασσας.
Ευγενικός και κοινωνικός, ίσως και λόγω δουλειάς, μου μιλούσε και μου έκοβε την ανάσα.
Η έλξη προφανώς ήταν αμοιβαία. Κολακεύτηκα και εντυπωσιάστηκα που με πρόσεξε. Στην φάση αυτή, που ο τύπος μπορούσε να έχει όποια γυναίκα ήθελε (είδα πως τον κοίταζαν όλες της παρέας και γενικά άλλες γυναίκες-μόνες-ψάχνουν) αλλά φλέρταρε εμένα, που παρόλο που είμαι μια δυναμική γυναίκα, δεν είμαι αυτό που λένε θεά, που γυρνάει κάποιος να με κοιτάξει και να σφυρίζει με θαυμασμό.
Ανταποκρίθηκα στο φλερτ του και πολύ σύντομα είχαμε σχέση.
Έδιωξα την υπόλοιπη παρέα και παρέτεινα τις διακοπές μου όσο περιθώριο είχα από τη δουλειά. μείναμε μαζί σε ένα από τα studio και εκεί έζησα τον απόλυτο έρωτα, πάθος και σεξ. Ο τύπος ήταν θεός, σε όλα του. Συναισθηματικός, δοτικός, ρομαντικός.
Αλλά αυτό που με τρέλαινε ήταν οι μεταμεσονύκτιες βαρκάδες στη θάλασσα. Εκεί φυλακισμένη στα δυνατά του μπράτσα κάτω από τα αστέρια να μας νανουρίζει το κύμα, ήθελα να σταματήσει εκεί ο χρόνος. Είχα χαθεί από όλο τον κόσμο . Είχα ξελογιαστεί.
Όμως όλα τα όμορφα πράγματα κάποια στιγμή τελειώνουν και εγώ έπρεπε να επιστρέψω στη σκληρή πραγματικότητα. Έπρεπε να επιστρέψω στη δουλειά μου. Με βαριά καρδιά επέστρεψα στην Αθήνα και η καθημερινότητα με απορρόφησε. Δεν ήταν καθόλου εύκολο.
Στην ουσία έπρεπε να συνειδητοποιήσω ότι η σχέση μας δεν είχε ούτε παρόν ούτε μέλλον.
Αυτός αν και με σπουδές στα οικονομικά , είχε επιλέξει να μείνει μόνιμα στο νησί του που το λάτρευε. Εγώ γυναίκα καριέρας δεν θα άφηνα ποτέ την δουλειά μου να μείνω κοντά του.
Μετά το καλοκαίρι συνεχίσαμε να επικοινωνούμε ,στην αρχή πολύ συχνά μετά ποιο αραιά.. Κάποια στιγμή ήρθε στην Αθήνα και με επισκέφτηκε στη δουλειά μου. Αυτός ο τόσο δυναμικός άνδρας φαινόταν έξω από τα νερά του. Ήταν μια σύντομη συνάντηση και έκτοτε σιωπή.
Το επόμενο καλοκαίρι είχα πάει για μια εκπαίδευση από την δουλειά μου στο εξωτερικό. Το μεθεπόμενο είχε πρόβλημα υγείας η μητέρα μου και πήγα στο χωριό.
Τρία χρόνια μετά εξακολουθώ να είμαι μόνη, ελεύθερη. Ποτέ δεν είχε σβηστεί από την καρδιά μου ο καλοκαιρινός έρωτας που με είχε τόσο συνεπάρει. Πάντα σιγόκαιγε το πάθος και η ελπίδα να το ξαναζήσω.. Έτσι γεμάτη προσμονή ταξίδεψα στο νησί θέλοντας να του κάνω έκπληξη. Μάλλον μου την έκανε αυτός.
Όταν έφτασα τον είδα από μακριά να κρατάει ένα μωρό στα χέρια και δίπλα του μια όμορφη νεαρή γυναίκα. Έμεινα στήλη άλατος.
Γύρισα να φύγω. Δεν πρόλαβα. Με είδε με φώναξε και ήρθε κοντά μου.. Με αγκάλιασε και με φίλησε με χαλαρή χαρούμενη διάθεση, σαν να έβλεπε μια παλιά φίλη και πήγαμε να μου συστήσει τη γυναίκα του που όπως έμαθα είχαν παντρευτεί πριν ενάμιση χρόνο.
Χαρήκαμε όλοι πολύ (τρόπος του λέγειν )και έφυγα άρον άρον με ένα σφίξιμο στην καρδιά.. Το συναίσθημα που νιώθεις όταν χάνεις κάτι οριστικά.
Ένας κύκλος έκλεισε με έναν γάμο που δεν ήταν βέβαια ο δικός μου.
Αυτό όμως δεν αλλάζει την γλυκιά ανάμνηση του έρωτα, του πάθους και των όμορφων στιγμών κάποια καλοκαιρινά βράδια στη θάλασσα κάτω από το αυγουστιάτικο φεγγάρι.
Δείτε την απίστευτη ιστορία της κυρίας Έλενας: