Γονείς και ενήλικα παιδιά συμβιώνουν όλο και περισσότερο κάτω από τη ίδια στέγη. Λίγο η κρίση, λίγο το βόλεμα, λίγο η “κατάθλιψη” του γονέα εξαναγκάζει τη συγκατοίκηση ακόμη και σε άτομα που ατυχώς δεν έφτιαξαν τη δική τους φωλιά.
Τα “παιδιά” ακόμη και 50 ετών, οδηγούνται σε έναν φαύλο κύκλο με αποτέλεσμα όσο δεν τους φτάνουν τα χρήματα για να φύγουν από το πατρικό, τόσο να βολεύονται και να μην ψάχνουν για δουλειά ή να μην επιχειρούν να μείνουν μόνοι τους, και όσο δεν ψάχνουν ή δεν επιχειρούν να φύγουν από το σπίτι των γονιών τους, τόσο πιο πολύ να βουλιάζουν στο βόλεμα και την φροντίδα της οικογένειας.
Η δομή της ελληνικής κοινωνίας και οικογένειας είναι αρκετά παραδοσιακή και κυριαρχεί σε σημαντικό βαθμό η νοοτροπία που θέλει τα παιδιά να ζουν με τους γονείς, γιατί εκείνοι τα φροντίζουν και τα εξασφαλίζουν.
Η οικογενειακή ευτυχία δεν εξαρτάται από το είδος της δομής της. Η δυναμική που αναπτύσσεται μεταξύ των μελών που την αποτελούν, ανεξάρτητα από τους βιολογικούς ή άλλους συσχετισμούς είναι αυτή που καθορίζει την ευτυχία μιας οικογένειας. Η καλή επικοινωνία των γονέων με τα παιδιά συμβάλλει στην ενίσχυση της αυτοεκτίμησής τους. Πιο συγκεκριμένα, οι γονείς που συνδυάζουν στοργή και αυτονομία, δείχνουν ελεύθερα και περισσότερο έκδηλα την αγάπη τους στο παιδί.
Ο τρόπος επικοινωνίας με τον οποίο οι γονείς προσπαθούν είτε να βάλουν όρια είτε να παρακινήσουν τα “παιδιά” τους ακόμη και όταν είναι άνω των +20 ετών θέλοντας να τροποποιήσουν την συμπεριφορά τους, περιορίζεται πολύ συχνά σε προστακτικές, σε απειλές, σε αρνητικές εκφράσεις που περιέχουν «δεν» και «μην» ή εκφράσεις που το ένα σκέλος τους ακυρώνει οτιδήποτε θετικό έχουν πει μόλις πριν, π.χ. «είσαι έξυπνος αλλά τεμπέλης», «είναι καλό παιδί αλλά μας στεναχωρεί». Άλλωστε πάντα οι γονείς τα τέκνα τους τα βλέπουν ως μικρά παιδιά. Πόσο δε όταν εμείς τους δίνουμε αυτό το δικαίωμα είτε λόγω βολέματος, είτε λόγω ανάγκης.
Ποια απειλή κρύβει η φράση « είμαστε μια πολύ δεμένη οικογένεια…»
Εννοώντας έχουμε μια «πολύ καλή» οικογένεια. Η υπενθύμιση: “Είμαστε πολύ δεμένη οικογένεια» κρύβει την διευκρίνιση-απειλή”.
«Κανένας από αυτή την οικογένεια δεν είναι έτοιμος – ώριμος να αποχωριστεί κανέναν». Όσο πιο αδύναμα καθιστούν οι γονείς τα μικρότερα ηλικιακά μέλη της οικογένειας, τόσο πιο «δεμένη» και «καλή», την αντιλαμβάνονται.
Σε πολλές χώρες -και στην Ελλάδα- έχει καταγραφεί τάση επιστροφής των νέων στο πατρικό σπίτι μετά το 2008. Στις ΗΠΑ, για πρώτη φορά εδώ και 130 χρόνια, περισσότεροι νέοι ενήλικοι ζουν ακόμη στο πατρικό τους από όσους έχουν κάνει δικό τους νοικοκυριό.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την Έμιλι Κέρτιν του Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής της Σχολής Οικονομικών του Λονδίνου (London School of Economics), που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό κοινωνικής ιατρικής “Social Science and Medicine”, ανέλυσαν στοιχεία από 123.000 άτομα άνω των 50 ετών σε 27 χώρες της Ευρώπης και το Ισραήλ.Η μείωση της κατάθλιψης των γονιών λόγω συγκατοίκησης με τα παιδιά τους φαίνεται μάλιστα να είναι μεγαλύτερη από την αντίστοιχη μείωση που μπορούν να φέρουν η μόρφωση ή οι καθημερινές δραστηριότητες. Η -έστω και αναγκαστική- συμβίωση αποτελεί αντίδοτο στην μοναξιά και στην κοινωνική απομόνωση των ηλικιωμένων.
Στην σημερινή Ελλάδα, οι γονείς της «καλής» οικογένειας διατηρούν τρόπους εκπαίδευσης και συμπεριφοράς που ευνουχίζουν την συναισθηματική ωριμότητα των παιδιών. Μέσα στο πλαίσιο της υπερβολικής προστασίας και προσφοράς, αρνούνται να τα αφήσουν να εξελιχθούν και να αναλάβουν τον εαυτό τους.
Η αυτονόμηση αποκλείεται ως δυνατότητα.
Γεμάτη η Ελλάδα από «δεμένες» οικογένειες, από “παιδιά” 20, 30, 40, 50 και άνω χρονών που συμβιώνουν συναισθηματικά και κυριολεκτικά -σε κάποιο διαμέρισμα της ίδιας, ιδιόκτητης πολυκατοικίας, με κάτοχο την οικογένεια καταγωγής τους.
“Παιδιά” που αρνούνται να σχετιστούν αυθεντικά με τους γονείς τους, επιλέγοντας την υποκριτική δοσοληψία υλικών αγαθών, ως προκάλυμμα της σιωπηλής & άρρητης συμφωνίας του αμοιβαίου ψυχικού βολέματος.
Νέοι που αρνούνται να γίνουν υγιείς ενήλικες, προτάσσοντας την ενοχή -μήπως με την διεκδίκηση της ελευθερίας τους βλάψουν τους «καλούς» τους γονείς- ως άλλοθι και προκάλυμμα φόβου.
Επιλέγουν μια από τις δύο εκδοχές του δίπολου της συναισθηματικής ανωριμότητας –την υποταγή ή την αναρχία- διστάζοντας ψυχικά να αυτενεργήσουν μπρος τον κίνδυνο της υπαρξιακής μοναξιάς.
Συνήθως, προέχουν αξιολογικά οι ανάγκες της Ελληνίδας μητέρας, που δεν καλύπτονται από την συναισθηματική παρουσία του πατέρα – συζύγου.
Οι μητέρες αρνούμενες να εγκαταλειφθούν από το παιδί, επειδή το επιλέγουν ως συναισθηματικό σύντροφο, προβάλλουν σε κείνο την δική τους υποσυνείδητη –ή ενσυνείδητη- επιθυμία ως ανάγκη του παιδιού, ενώ το δικό τους αίτημα το βαφτίζουν «αγάπη»: «Μας έχει ανάγκη βλέπεις, μας λατρεύει το παιδί. Δεν θέλει να φύγει από κοντά μας».
Πώς όμως ένα παιδί που έμαθε να επιλέγει ως «φίλο» τον πατέρα ή την μητέρα του μπορεί να αποφασίσει να αποχτήσει εραστή και σύντροφο όταν έρθει η εποχή γι’ αυτό;…
Έτσι, τα παιδιά επιλέγουν να συμβιώνουν με τους γονείς, κυριολεκτικά ή συναισθηματικά, μέχρι ιδιαίτερα μεγάλες ηλικίες. Ακόμα κι όταν αποκτούν σύζυγο, σχεδόν ποτέ δεν απεκδύονται της συναισθηματικής τους εξάρτησης από την οικογένεια της καταγωγής τους, ώστε να επενδύσουν στην καινούργια.
Μέσα από την ανεπίγνωστή τους προσπάθεια να βιώσουν συναισθηματικά την ασφάλεια της αγάπης, οι γονείς διεκδικούν από τα παιδιά τους να γίνουν «σύντροφοι» του πατέρα ή της μητέρας, «θεραπευτές» της οικογένειας, «αποδιοπομπαίοι τράγοι» της, ή καλούνται να βάλουν σε τάξη την «οικογενειακή αταξία». Ανώριμοι δηλαδή συναισθηματικά γονείς ψάχνουν ενήλικους – αλλά συναισθηματικά παιδιά- για να τους «νταντέψουν».
Με τον παραπάνω τρόπο, δυστυχισμένοι και ανώριμοι γονείς κατασκευάζουν δυστυχισμένα και ανώριμα παιδιά, που, με την σειρά τους, -αν δεν σπάσουν την αλυσίδα- αναπαράγουν με τα δικά τους παιδιά τον κύκλο του εγκλεισμού στην ανωριμότητα.
Υπάρχει βλέπετε ο κίνδυνος να ωριμάσουν ψυχικά –αμφότεροι- όταν οι νέοι αποφασίσουν να αποκαθηλώσουν τους εξιδανικευμένους γονείς τους -και μαζί με τους «απυρόβλητους» γονείς τους, την αντίστοιχη θέση που έχει μέσα τους η παιδική τους ηλικία ως άπαρτο φρούριο αέναης και ακατάρριπτης ανεμελιάς – ανωριμότητας.
Αμφισβητώντας την αδηφάγα -καταλυτική της ελευθερίας και ψυχικής ισορροπίας τους- σχέση που έχουν με τους «καημένους» τους γονείς τους.
Γονείς που πνιγμένοι, από πάντα, πριν καν γίνουν γονείς, μέσα στην ανεπίγνωστή τους υπαρξιακή ραθυμία και αδιέξοδο, αδυνατούν να τοποθετηθούν αυτόνομα στην προσωπική τους ζωή αναλαμβάνοντας την ευθύνη της ψυχικής τους τεμπελιάς κι απραξίας, της φοβικής τους στάσης απέναντι στην ατομική τους ζωή κι ελευθερία.
Μεταθέτουν ασυνείδητα την –πολύ πιο επώδυνη- διαδικασία αναζήτησης προσωπικού νοήματος στην υποκατάστατη ανάγκη για υπερ-έλεγχο των δεκτικών παιδιών τους.
Γονείς –και παιδιά- που αρνούμενοι να μεγαλώσουν, τελικά αποποιούνται το δυναμικό τους που η ψυχή τους, στην υγιή της κατάσταση, τους επιτάσσει:
Οι γονείς, πληρωμένοι υγιώς από τον γονεϊκό τους ρόλο να τον εναλλάσσουν λειτουργικά με αυτό των συζύγων, και τα παιδιά, χορτασμένα από την υγιή –όχι καταναγκαστική- γονεϊκή φροντίδα, να αναγνωρίζουν το δικαίωμά τους να επιλέγουν την αυτονόμησή τους ως δυνατότητα ενηλικίωσης και προόδου.
Ποια είναι το “κλειδιά”της καλής συγκατοίκησης;
Το πιο σημαντικό και ευάλωτο κομμάτι εντοπίζεται στο ότι πλέον συγκατοικούν μέσα στην ίδια εστία ενήλικες άνθρωποι και όχι οι γονείς με τα ανήλικα τέκνα τους και οι σχέσεις πρέπει να βασίζονται στην ισοτιμία.
– Απαιτείται ο ένας να σέβεται τον προσωπικό χώρο και χρόνο του άλλου.
-Προσπαθήστε να μην κρίνετε και να μην κατηγορήσετε.
-Να μην κάνει ο καθένας του κεφαλιού του και εκ των υστέρων να μπαίνουν τα όρια.
-Να δείξετε εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλο.
-Να μιλάτε ανοιχτά για τις οικονομικές δυσκολίες και το μοίρασμα εξόδων.
-Κρατήστε μία ισορροπία … ναι είναι δύσκολα, αλλά όταν υπάρχει αγάπη, κατανόηση, συνεργασία και εμπιστοσύνη, τα φορτία μειώνονται
Εν κατακλείδι, “κλειδί” στην συμβίωση των νέων με την οικογένειά τους είναι η καλή επικοινωνία και το κλίμα συνεργασίας.
—-
Ευχαριστώ το Δρ.Γρηγόρη Βασιλειάδη-Ψυχολόγο & Ψυχοθεραπευτή για την παραχώρηση τμήμα του κειμένου