Παραμονή Πρωτοχρονιάς, πριν χρόνια. Ο άντρας μου κι εγώ και ένα φιλικό ζευγάρι αποφασίσαμε να δοκιμάσουμε μια εναλλακτική διασκέδαση, να πάμε να παίξουμε στο καζίνο.
Κανείς μας δεν είχε πάει άλλη φορά. Ξεκινήσαμε με φρουτάκια, δεν μας άρεσε και συνεχίσαμε με ρουλέτα. Όλοι χάσαμε τα λεφτά που είχαμε μαζί μας σε πολύ λίγο χρόνο. Εκτός από τον άντρα μου, ο οποίος είχε μια δαιμονική τύχη όλο το βράδυ. Όπου και να πόνταρε, κέρδιζε. Κέρδισε ένα τεράστιο ποσό. Με το ζόρι τον σηκώσαμε για να φύγουμε. Στο γυρισμό, τέτοια ορμή, έκσταση , πάθος δεν είχα ξαναδεί. Έλαμπαν τα μάτια του. Μιλούσε ακατάπαυστα με ενθουσιασμό για την εμπειρία. Πώς μπορείς να βγάλεις χρήματα χωρίς κόπο διασκεδάζοντας. Δεν έδωσα σημασία. Τις επόμενες μέρες ήθελε να ξαναπάει. Μου ζήτησε να πάω μαζί του, βαριόμουν και πήγε με τον φίλο του. Συνέχισαν να πηγαίνουν μαζί. Όταν γυρνούσε κερδισμένος, η ίδια λάμψη στα μάτια, το ίδιο πάθος, η ίδια διέγερση. Όταν έχανε, από την άλλη, δεν του έπαιρνες κουβέντα, έπεφτε στα πατώματα.
Εκείνο το διάστημα, εγώ έμεινα έγκυος, γέννησα τα δυο παιδιά μου, και απορροφήθηκα εντελώς με την φροντίδα τους. Ο άντρας μου συνέχισε να πηγαίνει πιο συχνά στο καζίνο, πάλι δεν μου κίνησε υποψίες. Προτιμούσα δε να πηγαίνει εκεί παρά σε μπαράκια. Ένοιωθα πιο ασφαλής.
Με την πάροδο του χρόνου, άρχισε να παρουσιάζει περίεργη συμπεριφορά. Προβληματισμένος, σκεπτικός, αγχωμένος και πολλές φορές επιθετικός, ενώ είχε ήρεμο χαρακτήρα. Κάθε φορά που τον ρωτούσα, το απέδιδε στην δουλειά του, ότι είχε ξανοιχθεί, είχε αποχωρήσει ο συνέταιρός του γιατί δεν τα πήγαιναν καλά, ότι είχε καταχρεωθεί να πληρώσει το μερίδιο του και γενικά ότι αντιμετώπιζε ένα σωρό προβλήματα.
Τον τελευταίο καιρό είχε πάψει να συμβάλλει οικονομικά στο σπίτι. Ευτυχώς που είχα μια καλή δουλειά και δεν μας έλειπε τίποτε. Όμως όσο περνούσε ο καιρός η κατάσταση γινόταν αφόρητη. Με πίεζε συνεχώς να του δίνω χρήματα για να ξεχρεώνει (πάντα για την επιχείρηση φυσικά). Εγώ εκείνη την εποχή απορροφημένη από τη δουλειά, το σπίτι, τα παιδιά, εξακολουθούσα να μη βλέπω την πραγματικότητα.
Αρχίσαμε να έχουμε σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Αφού χρησιμοποίησε όλα τα διαθέσιμα χρήματα που είχαμε στην τράπεζα και πούλησε το αυτοκίνητο του, άρχισε να με πρεσάρει έντονα να πουλήσω το πατρικό μου που μου είχαν αφήσει οι γονείς μου και το νοικιάζαμε. Φυσικά αντέδρασα άσχημα για πρώτη φορά. Του είπα αν δεν πάει καλά η επιχείρηση να την κλείσει και να βρει μια δουλειά που να φέρνει χρήματα στο σπίτι. Δεν μιλιόταν. Ερχόταν, έφευγε, σε απόλυτη κατάρρευση. Τον λυπόμουν, αλλά δεν μπορούσα να κάνω κάτι.
Συνεχίστηκε η τεταμένη κατάσταση, με συνεχείς οχλήσεις από τράπεζες μέχρι την αποφράδα μέρα που τον κάλεσε ο ανακριτής να απολογηθεί για απάτη και πλαστογραφία σε βαθμό κακουργήματος εις βάρος της τράπεζας.
Τότε αναγκάστηκε να μου τα ομολογήσει όλα. Ξαφνικά έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου. Ένοιωσα σαν να προσγειώθηκα ξαφνικά σε άλλο πλανήτη.
Ο άντρας μου ήταν εξαρτημένος από τον τζόγο και εγώ δεν το είχα πάρει χαμπάρι.
Τα πάντα περιστρέφονταν γύρω από την ρουλέτα. Επιχείρηση δεν υπήρχε πλέον. Τις ώρες που νόμιζα ότι ήταν στην δουλειά, πήγαινε στο καζίνο. Αυτή ήταν η αιτία που χώρισε με τον συνέταιρό του, που είχε αντιληφθεί από νωρίς το πρόβλημά του. Είχε χάσει τεράστια ποσά.
Χρωστούσε παντού. Σε τοκογλύφους, πιστωτικές κάρτες, δάνεια πάσης φύσεως. Τον κυνηγούσαν από παντού και στην προσπάθειά του να ξεχρεώσει, πλαστογράφησε συναλλαγματικές για τις πάει ως ενέχυρο στην τράπεζα για δανειοδότηση. Πήρε τα χρήματα και αντί να ξεχρεώσει, πήγε να παίξει για να βγάλει τα σπασμένα. Πώς η γκαντεμιά του ήταν τόσο μεγάλη που τα έχασε όλα και όταν ήρθε η ώρα να επιστρέψει στην τράπεζα το δάνειο και να πάρει πίσω τις πλαστογραφημένες συναλλαγματικές δεν του είχε απομείνει τίποτα. Έτσι ανακαλύφθηκε η απάτη και του ασκήθηκε δίωξη. Μου αποκάλυψε επίσης ότι δεν άντεχε να ζει άλλο μέσα στο ψέμα και πολλές φορές σκέφτηκε να αυτοκτονήσει.
Ο κίνδυνος να πάει φυλακή ήταν ορατός.
Φυσικά όσο και να έπαθα φρίκη, όσο και να εξοργίστηκα, όσο και να ούρλιαξα από πόνο και την απόγνωση όσο και αν πάγωσαν τα πάντα μέσα μου, δεν μπορούσα να αφήσω τον πατέρα των παιδιών μου να πάει φυλακή. Δεν ήθελα να στιγματιστούν παρόλο που πίστευα ότι του άξιζε και ότι ήταν το μόνο που μπορούσε να τον συνετίσει. Αποφάσισα να πουλήσω το σπίτι . Ξεχρέωσε την τράπεζα και ότι άλλο χρωστούσε.
Η δίκη έγινε βέβαια, παρόλο που ξεχρέωσε την τράπεζα. Όμως του επιβλήθηκε χαμηλότερη ποινή με αναστολή.
Αμέσως μετά έκανα αίτηση διαζυγίου. Ήθελα να πάρω τα παιδιά μου και να γλιτώσω από το αρρωστημένο περιβάλλον και να σώσω ότι μπορούσα. Το διαζύγιο βγήκε γρήγορα. Κοινή συναινέσει.
Για δυο χρόνια, τον είχαμε χάσει εντελώς. Ούτε τα παιδιά δεν έβλεπε. Όταν ξαναεμφανίστηκε, ήταν αλλαγμένος. Μας έφερε δώρα, ήταν χαρούμενος, αισιόδοξος, μου θύμισε τον άντρα που είχα ερωτευτεί. Μου είπε ότι μπήκε σε πρόγραμμα απεξάρτησης σε ένα κέντρο ειδικά για τους εξαρτημένους στον τζόγο, ότι βρήκε δουλειά και θέλει να επανορθώσει. Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρει.
Πλέον δεν μπορώ να πιστέψω τίποτα. Ο χρόνος θα δείξει.