Τοποθετούμε την εκκίνηση της τρίτης ηλικίας στο 65ο έτος της ζωής ενός ατόμου στιγμή που για πολλούς συνδέεται και με την αποχώρηση από τον εργασιακό στίβο, λόγω συνταξιοδότησης.
Σε μεγάλο βαθμό η τρίτη ηλικία συνδυάζεται στη σκέψη των ανθρώπων με τη φθορά που επέρχεται στο σώμα, τη γήρανση του προσώπου και τις διάφορες ασθένειες που γίνονται πλέον ολοένα και συχνότερες.
Η αντιμετώπιση των προβλημάτων των ίδιων των ηλικιωμένων, αλλά κι εκείνων που έχουν οι οικογένειές τους, στηρίζεται σε μια υποσυνείδητα ίσως διαμορφωμένη αντίληψη, η οποία αντανακλά τη σύγχρονη πραγματικότητα. Χαρακτηριστικό της στάσης των ενηλίκων απέναντι στους ηλικιωμένους είναι η υποκρισία. Τους επισκεπτόμαστε από υποχρέωση, τους τηλεφωνούμε λόγω της ηθικής που μας το επιβάλει.
Ο καλύτερος τρόπος αντιμετωπίσεως των ψυχικών καταστάσεων των ανθρώπων της τρίτης ηλικίας είναι η προετοιμασία για την ηλικία αυτή, οπότε πολλές δυσάρεστες καταστάσεις μπορούν να προληφθούν.
Τόσο εμείς πρέπει να προετοιμαστούμε για τις αλλαγές που συμβαίνουν όσο και ίδιοι. Μην ξεχνάμε πως οι ηλικιωμένοι είναι η πιο ευαίσθητη και ευάλωτη στην κατάθλιψη μερίδα του πληθυσμού.Συμβαίνει, και είναι άσχημο, πολλοί ηλικιωμένοι να είναι ξεχασμένοι και να ζουν μόνοι τους, και πιθανώς χωρίς σύντροφο. Tο αίσθημα της εγκατάλειψης που νιώθουν, έχοντας μείνει πίσω και μόνοι είναι πολύ έντονο.
Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια το υπαρκτό χάσμα ανάμεσα στους νέους και στους ηλικιωμένους θα γίνεται βαθύτερο αν δεν συνειδητοποιήσουμε ότι η ηθική και πνευματική τάξη που όρισε ο Δημιουργός για να ισχύει στις μεταξύ μας σχέσεις, όταν παραβιάζεται, μας εκδικείται θανάσιμα. Ό, τι ακριβώς συμβαίνει με τους θεμελιώδεις φυσικούς νόμους.
Ευτυχώς, η ολοένα αυξανόμενη παρουσία και συμμετοχή των πολιτών τρίτης ηλικίας, σηματοδοτεί μια νέα πραγματικότητα της οποίας χαρακτηριστικό σημείο είναι η ομαλή συμβίωση και συνύπαρξη όλων των ομάδων ηλικιών.
Οι ηλικιωμένοι, αν έχουν τις αναγκαίες δυνάμεις, μπορούν να προσφέρουν χρήσιμη βοήθεια με το να προσέχουν τα μικρά παιδιά ή μπορούν απλώς να αντλήσουν οι ίδιοι μεγάλη χαρά συναναστρεφόμενοι μαζί τους.
Η κάθε οικογένεια οφείλει να αναγνωρίζει πως οι ηλικιωμένοι, τώρα πια, γονείς υπήρξαν κάποτε σημαντικό στήριγμα στη ζωή τους και τους προσέφεραν πολλά. Αναγνώριση που οφείλει, εύλογα, να οδηγεί στην ανταπόδοση ανάλογης προσφοράς με την ανάληψη της φροντίδας και της προστασίας των ηλικιωμένων αυτών προσώπων. Είναι προφανές πως οι ηλικιωμένοι άνθρωποι που έχουν παιδιά και εγγόνια αναμένουν μια στοιχειώδη έστω περίθαλψη∙ επιθυμούν την ευκαιρία να αισθάνονται ακόμη χρήσιμοι για τους άλλους, και θέλουν να έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν με κάποιο τρόπο στην καθημερινότητα των δικών τους ανθρώπων, ώστε να μη νιώθουν απομονωμένοι.
Είναι λυπηρό φαινόμενο της σύγχρονης εποχής να εγκαταλείπονται οι ηλικιωμένοι άνθρωποι από τους οικείους τους ή να αντιμετωπίζονται με βιαιότητα, αφού οι νεότεροι τείνουν να τους εκλαμβάνουν ως βάρος και ως ανεπιθύμητες πλέον παρουσίες. Δημιουργείται, έτσι, μια εξαιρετικά επώδυνη κατάσταση για τους ανθρώπους αυτούς που για χρόνια αγωνίστηκαν να προσφέρουν κάθε πιθανή στήριξη στα παιδιά τους, να βιώνουν στα τελευταία χρόνια της ζωής τους την αχαριστία και τη σκληρότητα των παιδιών αυτών.
Μην ξεχνάμε, πως στην εποχή μας, ένας άνθρωπος 75 χρόνων θεωρείται και είναι νέος, ενώ παλαιότερα, λόγω των δύσκολων συνθηκών της ζωής, από τα 60 χρόνια τους πολλοί άνθρωποι αισθάνονταν και φαίνονται γερασμένοι.
Νέοι και ηλικιωμένοι οι πιο «ώριμοι» και οι πιο «δημιουργικοί» από τις δύο φαινομενικά αντίθετες ομάδες μπορούν να δημιουργήσουν μεταξύ τους σχέσεις, γνήσιου πολιτισμού σε αξίες και υψηλά νοήματα.